безаварийно - translation to Αγγλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

безаварийно - translation to Αγγλικά


безаварийно      

• To fly an airplane safely (or trouble free), ...

accident-free      

нефтегазовая промышленность

безаварийный

безаварийный      

• These nuclear installations are accident proof (or trouble free).

Ορισμός

безаварийно
нареч.
Соотносится по знач. с прил.: безаварийный.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για безаварийно
1. Теперь главное для водителя - ездить безаварийно.
2. Тем не менее 12-тысячный коллектив работает слаженно и безаварийно.
3. Выпущенные ими распредустройства безаварийно отработали порядка двадцати лет.
4. То есть тот, кто ездит безаварийно, платит за полис меньше.
5. Это позволяет безаварийно использовать оболочку в течение 4-6 лет.
Μετάφραση του &#39безаварийно&#39 σε Αγγλικά